Όλοι γνωρίζουμε το Ένα, το Πολύτιμο, το πιο δυνατό απ’ όλα: το Δαχτυλίδι του Τόλκιν. Η ιστορία του Άρχοντα των Δακτυλιδιών ενέπνευσε πολλούς λαογράφους, ψυχολόγους, ανθρωπολόγους και άλλους ακαδημαϊκούς να αναλύσουν την πλοκή και τους χαρακτήρες, να διευρύνουν τα όρια του κόσμου του Tζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν με τα ηθικά των «απλών ανθρώπων».

Η ιδέα του Τόλκιν για ένα ισχυρό τεχνούργημα που να μπορεί να δελεάζει και να διεγείρει ακόμα και τους καλύτερους ανθρώπους ίσως να είναι δανεισμένη από τον Πλάτωνα.

Ένα τέτοιο μυθικό τεχνούργημα με μαγικές δυνάμεις περιγράφεται πολλούς αιώνες πριν από το Τόλκιν στο δεύτερο βιβλίο της Πολιτείας του Πλάτωνα. Ο φιλόσοφος περιγράφει ένα δαχτυλίδι που είχε την εξουσία να κάνει τον ιδιοκτήτη του αόρατο κατά βούληση. Μέσω της ιστορίας το Δαχτυλίδι του Γύγη, ο Πλάτωνας, μέσω του χαρακτήρα του μεγαλύτερου αδελφού του Γλαύκωνα, υποστηρίζει ότι αν κάποιος ευφυής δεν φοβάται πλέον να τον πιάνουν και να τον τιμωρούν επειδή διαπράττει κάποιο αδίκημα -επειδή θα φοράει το δαχτυλίδι που τον κάνει αόρατο- δε θα ασχολείται πλέον με τον ηθικό κώδικα της κοινωνίας.

Ο Γύγης, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, υπήρξε ο πρώτος βασιλιάς της Λυδίας της δυναστείας των Μερμνάδων και βασίλεψε από το 717 ως το 680 π.Χ. Οι ιστορίες του πώς έγινε βασιλιάς ποικίλλουν, αλλά αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι αρχικά ήταν φίλος και μέλος της φρουράς του Κανδαύλη της Λυδίας. Όπως αναφέρει και ο Ηρόδοτος, ο Γύγης κατέλαβε το θρόνο αφού σκότωσε τον Κανδαύλη και παντρεύτηκε τη βασίλισσα.

Στην Πολιτεία του Πλάτωνα, η ιστορία του βασιλιά Γύγη, όπως την είπε ο αδελφός του φιλόσοφου, δεν θεωρείται ιστορικό γεγονός. Σύμφωνα με τον Γλαύκωνα, ο Γύγης είχε έναν πρόγονο που ήταν βοσκός, που υπηρετούσε τον βασιλιά της Λυδίας. Κάποια στιγμή, συνέβη ένας σεισμός που αποκάλυψε μια σπηλιά στην πλαγιά ενός βουνού, εκεί όπου ο πρόγονός του είχε το κοπάδι του. Ο περίεργος βοσκός μπήκε στην σπηλιά και εκεί ανακάλυψε ένα πτώμα, πολύ μεγαλύτερο από άνθρωπο, καθισμένο σε ένα χάλκινο άλογο.

Το πτώμα είχε ένα δαχτυλίδι που το πήρε ο βοσκός. Σύντομα όμως, είδε ότι δεν ήταν ένα συνηθισμένο δαχτυλίδι, αλλά είχε κάτι μαγικό που θα τον έκανε να εξαφανίζεται όποτε ήθελε. Η δύναμη του δαχτυλιδιού πυροδότησε τις φιλοδοξίες του βοσκού και κανόνισε να γίνει αγγελιοφόρος στον βασιλιά. Μόλις έφτασε στο παλάτι, αποπλάνησε τη βασίλισσα αποκαλύπτοντας τη δύναμή του να γίνεται αόρατος. Τότε, με τη βοήθεια της, σκότωσε τον βασιλιά και έγινε ο νέος βασιλιάς της Λυδίας.

Το αρχαιότερο χειρόγραφο της Πολιτείας του Πλάτωνα

Ο χαρακτήρας του Γλαύκωνα στην Πολιτεία, θέτει το ερώτημα αν υπάρχει οποιοσδήποτε, τόσο δίκαιος και γνήσιος, που θα μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό να κάνει κάποια πράξη που ποτέ δε θα ανακαλυφθεί και θα γίνει γνωστή.

Ο Γλαύκων συνεχίζει και δίνει ένα παράδειγμα ότι αν υπήρχαν δύο τέτοια ισχυρά δαχτυλίδια, το ένα δινόταν σε ένα δίκαιο ενώ το άλλο σε κάποιον άδικο, και οι δύο κάτοχοι θα αποτύγχαναν στη δοκιμασία του πειρασμού και αυτό γιατί κανένας άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος από σίδηρο και δεν μπορεί να αντισταθεί στο να έχει τη δύναμη να μην φοβάται να τιμωρηθεί. Κανείς δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στο να είναι ένας θεός ανάμεσα στους ανθρώπους. Σύμφωνα με τον Γλαύκωνα, οι πράξεις των δίκαιων και των άδικων θα ήταν ίδιες και στο τέλος θα έφταναν και οι δύο στο ίδιο σημείο.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον Τόλκιν, υπάρχει ένας άνθρωπος, ο Άραγκον, που έδειξε ότι ο Γλαύκων έκανε λάθος.

Σχόλια

σχόλια