Όταν το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ ανέλαβε την κυβέρνηση της Γερμανίας, χρηματοδότησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για την εξερεύνηση της μυστηριώδους και άγνωστης ακόμα τότε περιοχής του Θιβέτ.
Έμμονη ιδέα του Χίμλερ και των συμβούλων του ήταν ότι στην Ανατολή υπήρχαν ακόμα υπόγεια βασίλεια τα οποία είχαν ιδρύσει οι απόγονοι των αρχαίων αρίων φυλών. Μάλιστα οι βασιλείς τους κατείχαν υπερφυσικές δυνάμεις, τις οποίες οι ναζί θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν προς όφελος των αρχών και επιδιώξεων της περίφημης, για το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς, Θούλης. Εξ ου και η εκστρατεία του 1934 με αρχηγό τον Σβεν Χέντιν, προς αναζήτηση του αρχαίου πολιτισμού των Αρίων στην έρημο Γκόμπι και αργότερα, μεταξύ 1938-1939, στο Θιβέτ, όπου ο Ερνστ Σέφερ μελέτησε τον πολιτισμό των σαμάνων (ιερών μάγων).
Το ενδιαφέρον των Ναζί προήλθε από ένα περίεργο κράμα θεωριών της ιστορικής και γλωσσολογικής επιστήμης, καθώς και απόκρυφων παραδόσεων που εντόπιζαν την κοινή προέλευση των Αρίων από μια ασιατική κοιτίδα. Πώς διαδίδονταν τέτοιοι μύθοι;
Αμφιλεγόμενες προσωπικότητες όπως η Έλενα Μπλαβάτσκι, «ιέρεια» του αποκρυφισμού, αναμειγνύοντας τη βουδιστική παράδοση με φανταστικές θεωρίες έκανε αναφορά σε μυθικά μέρη όπως το Σαμπαλάχ στην έρημο Γκόμπι, όπου ζούσαν οι άρχοντες της άριας φυλής, ή στο Αγκάρθι, υπόγειο βασίλειο κρυμμένο κάτω από τα Ιμαλάια, το οποίο ανήκε στο βασιλιά του κόσμου, επίσης άριας καταγωγής.
Το Ahnenerbe, τμήμα των SS, δημιουργήθηκε από τον Χίμλερ ακριβώς για να ερευνήσει την προϊστορία των Αρίων. Έτσι, αποτέλεσαν έκφραση των πιο ευρέως διαδεδομένων εκκεντρικών ιδεών του Χίτλερ στην αγάπη για το έθνος και την κυριότητα. Και ενώ οι Θιβετανοί αγνοούσαν παντελώς τις ρατσιστικές πράξεις του Χίτλερ, η αποστολή του 1939 στο Θιβέτ παραμένει ένας προειδοποιητικός μύθος για το πώς οι ξένες ιδέες, τα σύμβολα, και η ορολογία μπορεί να χρησιμοποιηθούν λανθασμένα. Κάποιοι μιλιταριστές Ναζί φαντάστηκαν το Θιβέτ σαν μια δυνατή βάση για να επιτεθούν στην Βρετανική Ινδία, και έλπιζαν ότι αυτή η αποστολή θα οδηγούσε σε ενός είδους συμμαχίας με τους Θιβετανούς.
Σε αυτό ήταν κατά ένα μέρος επιτυχής. Την αποστολή υποδέχτηκε ο Reting Regent (που είχε οδήγησε το Θιβέτ από το θάνατο του 13ου Δαλάι Λάμα το 1933), και όντως πέτυχε στο να πείσει τον αντιβασιλιά να συμφωνήσει με τον Αδόλφο Χίτλερ. Αλλά οι Γερμανοί ενδιαφέρονταν για το Θιβέτ και για άλλο λόγο. Όπως προαναφέρθηκε ,ιθύνων νους της αποστολής στο Θιβέτ ορίστηκε ο αναγνωρισμένης αξίας εξερευνητής και φυσιοδίφης Ερνστ Σέφερ. Ο φυσιοδίφης Ερνστ Σέφερ ορίστηκε ως αρχηγός της ναζιστικής αποστολής στο Θιβέτ. Μετά το 1933 ο Σέφερ εντάχθηκε στο επιστημονικό επιτελείο των SS.
Χάρη στη φήμη του και τις προσωπικές του ικανότητες ανελίχθηκε πολύ γρήγορα στην ιεραρχία. Το καλοκαίρι του 1936 ο Σέφερ συναντήθηκε με τον επικεφαλής των SS Χ. Χίμλερ. Οι δύο άνδρες αποφάσισαν την αποστολή στο Θιβέτ. Ο Χίμλερ έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση για τους πολιτισμούς της Ανατολής και ενδιαφερόταν για τη μελέτη της γερμανικής προϊστορίας, καθώς και για τις πιθανές διασυνδέσεις των αρχαίων Γερμανών με την κοινή κοιτίδα των Αρίων.
Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, οι Γερμανοί ζήτησαν από την βρετανική αποικιακή διοίκηση της Ινδίας να διευκολύνει το έργο της εξερευνητικής αποστολής. Οι Βρετανοί έβλεπαν καχύποπτα την παρουσία Γερμανών στο Θιβέτ, στα όρια της Ινδίας. Επέτρεψαν ωστόσο τη διέλευση από τη χώρα. Για την πρόσβαση όμως στο Θιβέτ παρέπεμψαν τη γερμανική αποστολή στη θιβετιανή κυβέρνηση. Παράλληλα, προειδοποίησαν την τελευταία να μην επιτρέψει την είσοδο των Γερμανών στα εδάφη της.
Η γερμανική αποστολή αναχώρησε στις 18 Απριλίου 1938 από το Βερολίνο. Μετά από ένα μακρύ ταξίδι έφθασε στην Καλκούτα. Εκεί πληροφορήθηκε ότι η θιβετιανή κυβέρνηση είχε απαγορεύσει την είσοδό τους στη χώρα. Απτόητοι οι Γερμανοί κατευθύνθηκαν βόρεια προς την επαρχία του Σικίμ, που οδηγούσε στο Θιβέτ. Στο Σικίμ προέβησαν σε ανθρωπολογικές μελέτες. Έπειτα εισήλθαν στην πόλη Ντόπτρα του δυτικού Θιβέτ, μετά από άδεια των τοπικών αρχών. Τον Ιούλιο του 1938 επέστρεψαν στο Σικίμ, αναμένοντας απάντηση από τη θιβετιανή κυβέρνηση στο αίτημά τους να εισέλθουν στη χώρα. Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου έφθασε η πολυπόθητη άδεια, διάρκειας όμως μόλις 14 ημερών και υπό την προϋπόθεση ότι «δεν θα έβλαπταν τον θιβετιανό λαό και δεν θα σκότωναν οποιοδήποτε πτηνό ή θηλαστικό, ενέργεια που θα έθιγε βαθιά τα θρησκευτικά αισθήματα του θιβετιανού λαού».
Στις 19 Ιανουαρίου του 1939, πέντε μέλη των Waffen-SS, τα στρατεύματα Ναζί του Heinrich Himmler, πέρασαν μέσω της αρχαίας, τοξωτής πύλης που οδηγούσε στην ιερή πόλη της Lhasa όπου έγιναν δεκτοί από τον Δαλάι Λάμα. Σύντομα κέρδισαν την εμπιστοσύνη των Θιβετιανών, χάρη στις ιατρικές υπηρεσίες που παρείχαν στον ντόπιο πληθυσμό. Η ευρωπαϊκή ιατρική εκλαμβανόταν ως μαγική ικανότητα από τους κατοίκους της Λάσα. Ως εκ τούτου, επετράπη στην αποστολή η πραγματοποίηση εκτεταμένων ερευνών.
Πράγματι ο Σέφερ κατέγραψε ιδιότυπα θρησκευτικά τελετουργικά, ήθη και έθιμα. Μελέτησε την πανίδα και τη χλωρίδα, ενώ επισκέφθηκε αρχιτεκτονικά μνημεία, καθώς και απαγορευμένα ιερά σημεία. Όπως πολλοί Ευρωπαίοι, είχαν εξιδανικευμένες και φανταστικές όψεις για το Θιβέτ, όπως αναφέρει ο Orville Schell στο βιβλίο του Virtual Tibet, “ένα κουβάρι γεμάτο φαντασία γύρω από αυτή την απομακρυσμένη και άγνωστη γη.”
Τα σχέδια της εκστρατείας των Ναζί, παρόλα αυτά, δεν περιείχαν την, σε εμάς γνωστή, αναζήτηση για τη Shangri-La, της χαμένης γης η οποία είχε ένα μοναδικά τέλειο και ειρηνικό κοινωνικό σύστημα για να αμύνεται στις παραβάσεις που μάστιζαν την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Αντίθετα, η τελειότητα που αναζητούσαν οι Ναζί ήταν μια ιδέα φυλετικής τελειότητας που θα δικαιολογούσε τις απόψεις τους στην παγκόσμια ιστορία και την Γερμανική ανωτερότητα.
Τι επέδρασε σ’ αυτή την παράξενη τοποθέτηση των Θιβετανών μοναχών δίπλα στους αξιωματικούς των Ες-Ες στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου είναι μια παράξενη ιστορία των μυστικών υπηρεσιών, του μυστικισμού, της φυλετικής επιστήμης, και της πολιτικής ίντριγκας. Ήταν, στην ουσία, σε μια διπλωματική και ημί-επιστημονική αποστολή για να αναπτύξουν σχέσεις μεταξύ της Ναζιστικής Γερμανίας και του Θιβέτ και να αναζητήσουν χαμένα απομεινάρια μιας Άριας φυλής χαμένα κάπου στο Θιβετανικό οροπέδιο. Η σχέση εμπιστοσύνης την οποία οικοδόμησε το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς με τους Θιβετιανούς είχε ως αποτέλεσμα τις διαδοχικές παρατάσεις παραμονής της αποστολής.
Τα νέφη ωστόσο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου πύκνωναν και η επιδείνωση των γερμανοβρετανικών σχέσεων ανάγκασαν τη γερμανική αποστολή να αναχωρήσει εσπευσμένα από το Θιβέτ, τον Αύγουστο του 1939, λίγες μόλις εβδομάδες πριν από την εισβολή του Χίτλερ στην Πολωνία. Η αποστολή έγινε δεκτή με τιμές στο Βερολίνο.
Από το ογκώδες φωτογραφικό και κινηματογραφικό υλικό που είχε συλλέξει ο Σέφερ, δημιουργήθηκε και προβλήθηκε το 1942 ένα εθνογραφικό ντοκιμαντέρ με τίτλο το «Μυστικό Θιβέτ». Ωστόσο ήδη από το 1940, ο Χίμλερ είχε απαγορεύσει με μυστική εντολή τη δημοσιοποίηση πρόσθετων στοιχείων για την αποστολή. Η αιτιολόγηση της απαγόρευσης προκάλεσε πολλά ερωτηματικά. Ο αρχηγός των SS ανήγγειλε ότι το κύριο καθήκον της αποστολής στο Θιβέτ ήταν στρατιωτικής και πολιτικής σημασίας και δεν σχετιζόταν τόσο με «την επίλυση επιστημονικών θεμάτων».
Στα τέλη του 19ου – και τις αρχές του 20ου – αιώνα Ευρωπαίοι υπερεθνικιστές και μυστικιστές όπως ο Joseph Arthur de Gobineau, με ιδέες όπως αυτή για τους Ινδό-Ευρωπαίους και ανοιχτόχρωμους Αρίους οδήγησαν σε ένα διαστρεβλωμένο μύθο της Σκανδιναβίας και αργότερα αποκλειστικά της Γερμανικής φυλετικής ανωτερότητας. Η ταύτιση των Γερμανών με τους Ινδό-Ευρωπαίους, και τους Άριους της δεύτερης χιλιετίας π.Χ έδωσε ιστορική προτεραιότητα στην αυτοκρατορική “θέση στον ήλιο” των Γερμανών.
Οι εθνικιστές Γερμανοί ρατσιστικά θεωρήθηκε ότι ήθελαν να κατακτήσουν και να κυριαρχήσουν. Επίσης βοήθησε στην υπόθαλψη του αντι-Σημιτισμού και της ξενοφοβίας, αφού Εβραίοι, Γύφτοι και άλλες μειονότητες δεν μοιράζονταν την Άρια Γερμανική κληρονομιά σαν μέλη μιας επικρατούσας φυλής. Ιδέες για μια Άρια ή κυρίαρχη φυλή άρχισαν να εμφανίζονται στα δημοφιλή μέσα ενημέρωσης στα τέλη του 19ου αιώνα.
Στη δεκαετία του ’80, ο E. B. Lytton, ένας Ροδόσταυρος, έγραψε ένα μυθιστόρημα best-seller γύρω από την ιδέα μιας κοσμικής ενέργειας (δυνατή κυρίως στο θηλυκό φύλο), την οποία ονόμασε ” Vril”. Αργότερα έγραψε για μια Vril κοινωνία, που αποτελούνταν από υπέρ-όντα τα οποία θα αναδύονταν από τα μυστικά σημεία που κρύβονταν για να κυβερνήσουν τον κόσμο.
Οι φαντασιώσεις του συνέπεσαν με ένα μεγάλο ενδιαφέρον για τον αποκρυφισμό, κυρίως μεταξύ των ανώτερων τάξεων, με πολυάριθμες μυστικές εταιρείες που ιδρύθηκαν για να προπαγανδίσουν αυτές τις ιδέες. Είχαν εμβέλεια από αυτούς που ήταν αφιερωμένοι στο Ιερό Δισκοπότηρο μέχρι αυτούς που ακολουθούσαν το μυστικοπάθεια του σεξ και των ναρκωτικών του Alistair Crowley, και πολλοί φαινόταν να έχουν μια ακαθόριστη έλξη για τα πιστεύω των Βουδιστών και των Ινδών.
Ο Στρατηγός Haushofer, ένας οπαδός του Gurdjieff και ένας από τους κύριους προστάτες του Χίτλερ αργότερα, ίδρυσε μια τέτοια εταιρεία. Σκοπός του ήταν να ανακαλύψει την καταγωγή της Άριας φυλής, και ο Haushofer την ονόμασε Vril Society, μετά από το μυθιστόρημα του Lytton. Τα μέλη της εξασκούνταν στον διαλογισμό για να ξυπνήσουν τις δυνάμεις του Vril, της θηλυκής κοσμικής ενέργειας. Η εταιρεία Vril υποστήριζε ότι είχε δεσμούς με τους Θιβετανούς δασκάλους. Στη Γερμανία αυτό το μείγμα αρχαίων μύθων και επιστημονικών θεωριών του 19ου αιώνα άρχισε να εξελίσσεται σε μια πίστη ότι οι Γερμανοί ήταν η πιο αγνή εκδήλωση της ενυπάρχουσας ανώτερης Άριας φυλής, της οποίας η μοίρα ήταν να κυβερνήσει τον κόσμο. Αυτές οι ιδέες πήραν επιστημονικό βάρος από αρρωστημένες θεωρίες της ευγονικής και ρατσιστικής εθνογραφίας.
Γύρω στο 1919, η Εταιρεία Vril έδωσε χώρο στην Εταιρεία Thule (Thule Gesellschaft), που ιδρύθηκε στο Μόναχο από το Βαρόνο Rudolf von Sebottendorf. Η Εταιρεία Thule στηρίχτηκε στις παραδόσεις πολλών ταγμάτων όπως οι Ιησουίτες, οι Knights Templar, το Τάγμα της Χρυσής Αυγής, και τους Σούφι. Προώθησε το μύθο του Thule, ένα θρυλικό νησί στις παγωμένες βόρειες χώρες που ήταν το σπίτι μιας ανώτερης φυλής, των αυθεντικών Αρίων.
Όπως στο μύθο της Ατλαντίδας (με τον οποίο κάποιες φορές ταυτοποιείται), οι κάτοικοι του Thule εξαφανίστηκαν από μια καταστροφή που κατέστρεψε τον κόσμο τους. Αλλά οι επιζήσαντες διατήρησαν τις μαγικές τους δυνάμεις και ήταν κρυμμένοι από τον κόσμο, ίσως σε μυστικά τούνελ στο Θιβέτ, όπου ίσως συναντιόταν και ακολούθως αποθήκευαν τις δυνάμεις τους για τους Άριους απογόνους. Ας επισημανθεί χαρακτηριστικά και που ασφαλώς δεν αποτελεί σύμπτωση, το γνωστό γεγονός ότι με διαταγή του Χίτλερ οργανώθηκαν επιστημονικές αποστολές και στον Βόρειο Πόλο.
Ακόμη σημαντικότερο είναι όμως το ότι η «Εταιρεία της Θούλης» ενέπνευσε την ίδρυση από το ναζιστικό καθεστώς ιδρυμάτων και ειδικών ομάδων αφιερωμένων στην επιστημονική μελέτη των τομέων ενδιαφέροντος της «Θούλης». Ευρύτερα γνωστή είναι ασφαλώς η «Εταιρεία των Προγόνων»(ΑHNENERDE).
Ας εμβαθύνουμε όμως λίγο και ας δούμε με μια πιο ιστορική ματιά τα ενδιαφέροντα της Θούλης καθώς και την σχέση της Εταιρείας αυτής με το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς, για να αναδείξουμε εν τέλει και την διαφαινόμενη σημασία της στην ευρύτερη κοσμοθεωρία των Ναζί, σύμφωνα με την οποία σχετίζεται άμεσα η καταγωγή των Αρίων.
Η Θούλη θεωρείται ότι είναι το νησί στο οποίο προσάραξε ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης τον 4ο αιώνα π.Χ. περίπου. Και σύμφωνα με τις επίσημες αρχαιολογικές και ανθρωπολογικές έρευνες, η Θούλη είναι η Ισλανδία. Αυτή η παγωμένη χώρα που απ’ ό,τι φαίνεται θα παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο τις δεκαετίες που θα ακολουθήσου. Ο ίδιος ο Χίτλερ ήταν μέλος της «Εταιρίας της Θούλης» καθώς και όλοι οι βασικοί συνεργάτες και κοντινοί αξιωματικοί του, και με την άνοδό του στην εξουσία, η αποκρυφιστική δοξασία που κυκλοφορούσε σε μυστικούς κύκλους και γενικά σε περιθωριακά φιλοσοφικά ρεύματα, έγινε η επίσημη γραμμή της ναζιστικής Γερμανίας και εξαπλώθηκε –φανερά πια– σε όλο τον κόσμο.
Σύμφωνα με τη θεωρία του Χίτλερ η Άρια φυλή, απόγονος της οποίας θεωρείτο και η γερμανική, ενώ ταυτόχρονα τοποθετείται ως ανώτερη φυλή, έπρεπε να κυριαρχήσει στον κόσμο και στο κεφάλαιο του βιβλίου του με τον τίτλο Άρια Αλήθεια περιέγραψε τον εκπολιτιστικό της ρόλο. Σ’ αυτόν όμως τον αρχηγικό ρόλο των Αρίων θεωρούσε ότι αντιτίθενται όλες οι μη-Άριες φυλές, όπως οι σημιτικές, οι σλαβικές, οι αφρικανικές κ.ά. Απέναντι στο κίνδυνο της επικράτησης των μη-Άριων φυλών, οι Ναζί δημιούργησαν την «Υπηρεσία Φυλετικής Πολιτικής». Στόχος της ήταν η αποκατάσταση και η εδραίωση της Άριας φυλής.
Σε σωζόμενο κατάλογο των μελών της «Θούλης» συναντώνται, τα ονόματα των Ρούντολφ Ες, Ντήτριχ Έκαρτ, αλφρεντ Ρόζενμπεργκ, Χανς Φρανκ,Γκόττφρηντ Φέντερ, Καρλ Χάρρερ και Άντον Ντρέξλε (υπενθυμίζεται ότι ο Χίτλερ θεωρούσε τον Έκαρτ «δάσκαλο» του).
Αλλά ας δούμε ακριβώς περί τίνος πρόκειται
Στην ελληνική, ινδική και περσική παράδοση συναντάται η Χώρα των Υπερβορείων. Από εκεί ήρθε στους Δελφούς ο Απόλλων (θεός του φωτός και υψηλότερη θρησκευτική και ηθική αρχή) και εκεί επέστρεφε τους μήνες του χειμώνα. Η αναζήτηση της Χώρας των Υπερβορείων είναι διαχρονική. Ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης, λ.χ., θεωρείται από σύγχρονους ερευνητές (π.χ. τον Ζαν Μα-μπίρ) ότι παρακινήθηκε στο ταξίδι του κυρίως από την προγονική ανάμνηση της αρχαίας και χαμένης γης του Βορρά. Σύμφωνα με τον Μπαλ Γκανγκαντχάρ Τίλακ οι βεδικές θεότητες έχουν χαρακτηριστικά σαφώς πολικής καταγωγής.
Κατά την εποχή που συνετέθη το μεγάλο έπος των Ινδών, οι Ινδοί συγγραφείς είχαν τέτοια γνώση των μετεωρολογικών αλλά και των αστρονομικών χαρακτηριστικών του Βορείου Πόλου, που δεν ήταν δυνατόν να αποκτηθεί με απλούς μαθηματικούς υπολογισμούς.
Βεβαίως έπρεπε να καταστεί σαφές, όπως σωστά επισημαίνει και ο Αλφόνσο ντε Φιλίππι, ότι δεν πρόκειται για ένα απλό πρόβλημα προϊστορίας: αυτό που ενδιαφέρει είναι η «πνευματικότητα» των Υπερβορείων. Ο Ιούλιος Έβολα γράφει ότι η μνήμη αυτής της αρκτικής εστίας είναι η κληρονομιά των παραδόσεων πολλών ανθρώπων, με τη μορφή είτε αληθινών γεωγραφικών υπαινιγμών, είτε συμβόλων της λειτουργίας της και του αρχικού της νοήματος, που συχνά αλλάζει για να προσλάβει ένα υπεριστορικό περιεχόμενο ή να εφαρμοστεί σε κάποια άλλα κέντρα τα οποία είναι δυνατόν να θεωρηθούν «αντίγραφα» του αρχικού…
Πάνω απ’ όλα, παρατηρείται η σύνδεση του αρκτικού θέματος με το θέμα της Ατλαντίδος, του μυστηρίου του Βορρά με το μυστήριο της Δύσεως, επειδή η κύρια εστία που διαδέχθηκε τον αρχικό και παραδοσιακό Πόλο, βρισκόταν στην πραγματικότητα στον Ατλαντικό. Είναι γνωστό ότι το αστροφυσικό φαινόμενο της κλίσεως του άξονα της γης προκαλεί αλλαγή στο κλίμα από μία εποχή σε κάποια άλλη. Στις ινδικές «Πουράνας» αναφέρεται η Υπερβόρεια, η οποία αποκαλείται SVITA-DVIPA, δηλαδή Λευκή Νήσος. Αυτή η Λευκή Νήσος ταυτίζεται από ορισμένους ερευνητές με το Άβαλον, το σημερινό Γκλαστόνμπερυ της Βρετανίας.
Ο Ρενέ Γκενόν θεωρεί ότι το όνομα της Υπερβόρειας ήταν Θούλη (όπως συναντάται στην ελληνική και στη ρωμαϊκή παράδοση). Σύμφωνα με τον Γκενόν η Θούλη ήταν «το πρώτο και ανώτατο κέντρο», «το αρχετυπικό Ιερό νησί και η δέση του ήταν κυριολεκτικά πολική λόγω της προελεύσεώς του».
Τον 19ο αι., ο Γερμανικός Ρομαντισμός γοητεύτηκε κυρίως από τα ιερά περσικά κείμενα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Γκαίτε, του Φρειδερίκου Νίτσε, του Αρθούρου Σοπενχάουερ και του Ριχάρδου Βάγκνερ. Όπως σωστά επισημάνθηκε – η Βρετανική Σχολή της Καλκοϋτας, με τις Ασιατικές Έρευνες, είχε αποκαλύψει έναν άλλο κόσμο, ασφαλώς πιο καλλιεργημένο και για πολλούς ανώτερο φιλοσοφικά και ηθικά από εκείνον του Μωυσή. Επομένως το ζητούμενο ήταν δεσμοί με την Ινδία και την ινδική παράδοση.
Ήδη ένας κορυφαίος των κλασικών γραμμάτων, ο Φρειδερίκος φον Σχλέγκελ (1772-1829), είχε προσδιορίσει έναν ιστορικό αλλά και πολιτιστικό δεσμό μεταξύ ινδικής και σκανδιναβικής παραδόσεως. Πριν από τον Φρειδερίκο φον Σχλέγκελ, όμως, ο Γάλλος αστρονόμος και μυστικιστής Ζαν-Σιλβέν Μπεΐλλύ (1736-1793), στηριγμένος και στον Εύδοξο (ο οποίος έζησε τον 4ο αϊ. π.Χ.),υπεστήριξε ότι οι αρχαίοι πολιτισμοί της Αιγύπτου, της Χαλδαίας, της Κίνας και της Ινδίας ήταν κληρονόμοι ενός κατά πολύ παλαιότερου και ανώτερου πολιτισμού που είχε αναπτυχθείστον Βορρά. Ο Μπεΐλλύ στηρίχθηκε στα κλασικά κείμενα, σε αστρονομικές παρατηρήσεις και στην ομοιότητα διαφόρων αρχετυπικών θρύλων, όπως λ.χ. του Φοίνικα,στην αιγυπτιακή, στη σκανδιναβική και στη ρωμαϊκή παράδοση.
Τον 19ο αι., στο πολιτιστικό και πολιτικό πλαίσιο του πανγερμανισμού εμφανίστηκε η υπόθεση ότι υπήρξε μια αρχική, απολεσθείσα αργότερα, «πατρίδα» των αρχαίων Τευτόνων. Στα τέλη του ίδιου αιώνα εμφανίστηκαν στην Αυστρία και στη Γερμανία πολλές ομάδες, μικρές αλλά και μεγάλες, με κοινό σημείο την έμπνευση από τον πανγερμανισμό. Στις ομάδες αυτές ανήκαν συγγραφείς, πολιτικοί (όπως οι Αυστριακοί Γκέοργκ Σόνερερ και Καρλ Λύγκερ) και διανοούμενοι, όπως ο μεγάλος ποιητής Στέφαν Γκεόργκε. Μεταξύ τους ξεχωρίζει ο Γκουίντο Φον Λιστ (1848-1919), ο οποίος έγραψε μελέτες για τον ηλιακό συμβολισμό και το σκανδιναβικό αλφάβητο.
Ο ίδιος ίδρυσε στην Αυστρία μία «παγανιστική κοινότητα», η οποία συνεργάστηκε με διάφορες ομάδες στη Γερμανία, όπως π.χ. οι «Κοσμικοί» στη Βαυαρία (όπου ανήκε ο Στέφαν Γκεόργκε). Ακόμη πρέπει να μνημονευθεί και ο Γιοργκ Λανζ φον Λίμπενφελς (1874- 1954), ιδρυτής του Τάγματος του Νέου Ναού και της επιθεωρήσεως «Οστά- ρα». Και οι δύο ήταν αφιερωμένοι στη μελέτη της Θούλης. Ενδεικτικό του κλίματος είναι το γεγονός ότι το 1905 η Παν-γερμανική Λίγκα αριθμούσε 101 οργανώσεις.
Τα επόμενα χρόνια εμφανίστηκαν πολλές κινήσεις, κυριότερες των οποίων είναι οι εξής:
Η Γερμανική Λίγκα. Ιδρύθηκε από τον Φρειδερίκο Λάνγκε, ο οποίος είχε ιδρύσει και τη «Γερμανική Εφημερί- δα». Παρά το γεγονός ότι η οργάνωση αυτή ήταν οργανωμένη σε «Στοές», πολεμούσε τον Τεκτονισμό, τον Ροδοσταυρισμό και τον θεοσοφισμο. Ακο- λουθώντας τεκτονικά πρότυπα απαιτούσε από τα μέλη της απόλυτη σιωπή και για τις δραστηριότητες της και για όσα συνεζητούντο στις συγκεντρώσεις της.
Τάγμα των Γερμανών και WALSUNG. Ιδρύθηκε στην Αυστρία το 1912. Οι σκοποί και οι δραστηριότητες του καλύπτονται από μυστικότητα. Ελάχιστα είναι γνωστά σχετικά με τις τελετές της, οι οποίες πάντως είχαν ομοιότητες με τις τεκτονικές. Το επίσημο όργανο της είχε την ονομασία «Ρούνοι» (δηλαδή το αρχαίο σκανδιναβικό αλφάβητο). Έμβλημα ήταν η σβάστικα. Από τους ιδρυτές της ο Τέοντορ Φριτς φέρεται να είχε διατελέσει τέκτονας. Ο Ντήτριχ Έκαρτ, άμεσα συνδεδεμένος με τη Θούλη και ένας από τους πρώτους συνεργάτες του Χίτλερ στο ξεκίνημα του. ο Χέρμαν Ποχλ είχε γράψει βιβλία για τους ρούνους και τον μυστικό συμβολισμό τους και ο Φίλιπ Στάουφ ανήκε στην «κοινότητα» του Γκουίντο φον Λιστ.
UNDA-BUND του Μονάχου. Η εταιρεία αυτή ήταν αφιερωμένη στη με- λέτη των σκανδιναβικών θρύλων, των Εδδών και της σημασίας τους.
GERMANISCHEN BUND. Αργότερα ενώθηκε με τη VOLKS-BUND. και στο τέλος ονομάστηκε KULTUR-BUND FUER POLITIK.
DEUTSCHEVOELKISCHE. Ιδρύθηκε στη Στουτγάρδη το 1902. Σκοπός της ήταν η επιστροφή στα γερμανικά ήθη, στην πίστη, στην τέχνη, στον νόμο, στη λογοτεχνία και στη γλώσσα. Ενεργοποιήθηκε για την αφύπνιση της «λαϊκής κοινότητος» .
GUSTAV ADOLF VEREIN. Έδρα της ήταν η Αυστρία. Διεκήρυξε ότι εχθροί των Γερμανών ήταν οι Ιουδαίοι, οι Τσιγγάνοι, οι Σλάβοι, οι. Ιταλοί και η Εκκλησία της Ρώμης. Η οργάνωση αυτή είχε και καθαρώς πολιτικούς στόχους: τη δημιουργία ενός Ράιχ από τη Βόρεια θάλασσα μέχρι την Αδριατική και από τον Ρήνο στη Βαλτική. Σε όλες αυτές τις ομάδες, όπως και σε εκείνες που δεν αναφέρονται, υπήρχαν σε κάθε βαθμίδα τους ορισμένοι που λάτρευαν τον Ήλιο και τους θεούς της Βόρειας μυθολογίας. Ενίοτε μάλιστα ανήκαν σε ιδιαίτερους κύκλους μέσα στις οργανώσεις, οι οποίοι τελούσαν παγανιστικές τελετές.
Στις 18 Αυγούστου του 1918 έγινε τελετή ενάρξεως των εργασιών της «Εταιρείας της Θούλης».
Το σήμα της Εταιρείας της Θούλης
Διακρίνεται η σβάστικα και κυρίως η συμβολική λόγχη. Έφθασαν στο Μόναχο από το Βερολίνο οι ηγήτορες του Τάγματος των Γερμανών. Στον Σεμπότεντορφ δόθηκε ο τίτλος του Μαγίστρου-Διοικητή και του αναγνωρίστηκε απόλυτη εξουσία στα όρια της Βαυαρίας. Έμβλημα της «Εταιρείας της Θούλης» ήταν μία ξιφολόγχη με τη λεπίδα της στεφανωμένη με φύλλα βελανιδιάς και γύρω από τη λαβή καμπυλωτή σβάστικα που εξέπεμπε ακτίνες φωτός. Τα μέλη έφεραν σήμα, που ήταν μια σβάστικα διαπερασμένη από δύο λόγχες. Στη «θούλη» γινόντουσαν δεκτές και γυναίκες, το σήμα των οποίων ήταν χρυσή σβάστικα. Σε λίγους μήνες τα μέλη της έφθασαν τα 250 στο Μόναχο και περισσότερα από 1500 στην υπόλοιπη Βαυαρία.
Στο πολιτικό επίπεδο εχθροί της «θούλης» ήταν οι αναρχικοί, οι μασόνοι και ο ιουδαϊσμός, διότι α) εμπόδιζαν την εθνική ανασυγκρότηση, και β) ενεργούσαν φανερά υπέρ των συμφερόντων των εχθρών της χωράς. Πράγματι, πολιτικά στη Βαυαρία επικράτησε χάος και πρωτοφανής βία.
Ο Σεμπότεντορφ, προκειμένου να διαδώσει τις αρχές της «θούλης», αγόρασε τον εκδοτικό οίκο Φραντς-‘Εχερ Φερλαγκ, ο οποίος εξέδιδε την εβδομαδιαία εφημερίδα «Παρατηρητής», η οποία είχε ιδρυθεί το 1868. Την μετονόμασε σε «Παρατηρητή του Μονάχου» και πρόσθεσε πολλές αθλητικές σελίδες. Το 1920 η εφημερίδα πήρε τον τίτλο «Λαϊκός Παρατηρητής» και γρήγορα απέκτησε την εμπιστοσύνη των εργατών. Οι εργάτες αυτοί είχαν σχηματίσει ομάδα στο πλαίσιο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (Ν5Ρ) του Άντον Ντρέξλερ, το οποίο στις 5 Ιανουαρίου 1919 ονομάστηκε Κόμμα των Γερμανών Εργατών (ΡΑΡ) και στα τέλη Φεβρουαρίου 1920 σε Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα των Γερμανών Εργατών (ΝSDΑΡ), γνωστό ως Ναζιστικό Κόμμα.
Ο Καρλ Μαρία Βίλιγκουτ, ένας από τους συμβούλους του Χίτλερ, υποστήριζε ότι είχε αναμνήσεις από την προηγούμενη ζωή του ως διοικητής. Ο περιβόητος Χάινριχ Χίμλερ, διοικητής των SS, πίστευε ότι ήταν η μετεμψύχωση του Ερρίκου, Γερμανού βασιλιά του 10ου αιώνα. Οι Άριοι πολεμιστές του Χίμλερ διδάσκονταν το ρουνικό αλφάβητο, την αρχαία μαγική γραφή της Βόρειας Ευρώπης, στην οποία το S συμβόλιζε τη νίκη. Το βράδυ του θερινού ηλιοστασίου τα SS τιμούσαν το θεό του πολέμου ανάβοντας μια μεγάλη φωτιά στο δάσος. Κατά τη διάρκεια του χειμερινού ηλιοστασίου επιδίδονταν σε μια τελετουργία εμπνευσμένη από το Θιβέτ. Δώδεκα αξιωματούχοι έκαιγαν μια ματωμένη σημαία και στη συνέχεια αναζητούσαν οιωνούς για το μέλλον από τα δαχτυλίδια του καπνού.
Έχοντας ως βάση του το κάστρο του Βέβελσμπουργκ, στη Βεστφαλία (Γερμανία), ο Χίμλερ επιδίωκε να μετατρέψει την ελίτ των SS σε μια νέα τάξη Ναϊτών. Γιατί; Οι Ναΐτες, στους οποίους αποδίδεται η σύλληψη και ανέγερση των πρώτων γοτθικών ναών της Ευρώπης, ήταν ένα πανίσχυρο μεσαιωνικό ιπποτικό τάγμα που υποτίθεται ότι ανακάλυψε και μετέφερε στα νότια της Γαλλίας το Γκράαλ, το Ιερό Δισκοπότηρο στο οποίο συγκεντρώθηκε, σύμφωνα μ’ ένα χριστιανικό θρύλο, το αίμα του Εσταυρωμένου. Αυτό πίστευε ακράδαντα ο αρχαιολόγος Ότο Ραν, τις έρευνες του οποίου υποστήριζε και χρηματοδοτούσε ο Χίμλερ.
Σύμφωνα με τον Ραν, τελευταίοι κάτοχοι του Γκράαλ ήταν οι Καθαροί, χριστιανική αίρεση που υπέστη διωγμούς από την Καθολική Εκκλησία. Ύστατο οχυρό τους ήταν το Μοντσεγκούρ, το οποίο ερευνήθηκε εξονυχιστικά. Ο Ραν θεωρούσε τους Καθαρούς υπέρμαχους ενός αμόλυντου χριστιανισμού άριας προέλευσης, αποκλειστικοί κληρονόμοι του οποίου ήταν οι ναζί.
Το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς επομένως επηρεάστηκε βαθύτατα από τις αρχές και αναζητήσεις της «θούλης». Ο Α. Ρόζνμπεργκ, στο έργο του «Ο Μύθος του 20ού αιώνος», γράψει, ότι οι έρευνες «επιτρέπουν τον αρχαίο θρύλο της Ατλαντίδος να εξεταστεί με καινούργια ματιά. Δεν φαίνεται να είναι καθόλου αδύνατο εκεί, που σκάνε τώρα τα κύματα του Ατλαντικού, στα γιγαντιαία παγόβουνα, κάποτε να υπήρχε μια ανθούσα ήπειρος,όπου αναπτύχθηκε και μεγαλούργησε μια δημιουργική φυλή με τεράστιο πολιτισμό και η οποία έστειλε τα παιδιά της στον κόσμο ως ταξιδιώτες και πολεμιστές. Αλλά ακόμη και αν δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να στοιχειοθετήσουν την ατλάντια αυτή υπόθεση, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι υπήρξε κάποτε ένα προϊστορικό βόρειο πολιτιστικό κέντρο».
Ο Χίμλερ φαίνεται ότι είχε προσελκυσθεί πολύ δυνατά στην πιθανότητα το Θιβέτ να αποδειχθεί ότι ήταν καταφύγιο των αυθεντικών Αρίων και των υπερανθρώπινων δυνάμεων. Μέχρι να γράψει ο Χίτλερ το Mein Kampf τη δεκαετία του ’20, ο μύθος της Άριας φυλής είχε επεκταθεί πλήρως. Στο κεφάλαιο ΧΙ, “Φυλή και Άνθρωποι”, εξέφρασε ενδιαφέρον σ’ αυτό που εκείνος αντιλαμβάνονταν σαν μίξη αγνού Άριου αίματος με αυτό κατώτερων ανθρώπων. Σύμφωνα με την άποψη του, οι αγνές Γερμανικές Άριες φυλές διαφθάρηκαν από την παρατεταμένη επικοινωνία με τους Εβραίους. Θρηνούσε ότι η βόρεια Ευρώπη “εξιουδαϊστηκε” και ότι το αυθεντικό αγνό αίμα των Γερμανών μολύνθηκε από την παρατεταμένη επικοινωνία με τους Εβραίους.
Για τον Χίτλερ, η μόνη λύση γι’ αυτό το ανακάτεμα Άριου και Εβραϊκού αίματος ήταν για τους διεφθαρμένους Γερμανούς να βρουν την αστείρευτη πηγή Άριου αίματος. Μπορεί να συνέβη αυτό στη διάρκεια της ιστορίας, τέτοιοι άνθρωποι να ήρθαν σε επικοινωνία μια δεύτερη φορά, και ίσως πιο συχνά, με τους αρχικούς ιδρυτές της κουλτούρας τους και ίσως ακόμα και να μην θυμούνται αυτό τον απομακρυσμένο σύνδεσμο. Ένα νέο πολιτιστικό κύμα έρχεται και διαρκεί μέχρι που το αίμα των standard-bearers νοθεύεται για μια ακόμα φορά με μείγμα από την αρχική κατακτημένη φυλή. Στην “αναζήτηση για μια δεύτερη φορά” με τους Αρίους, το Θιβέτ – πολύ απομονωμένο, μυστηριώδες και επιφυλακτικό – φαινόταν ένας ελκυστικός υποψήφιος.
Για πολλούς μελετητές η αποστολή ουσιαστικά συνιστούσε ανιχνευτική ενέργεια κατασκοπευτικού περιεχομένου για την προετοιμασία της εξάπλωσης της γερμανικής επιρροής στην Ασία και την παράλληλη υπονόμευση των κυρίαρχων δυνάμεων στην περιοχή, δηλαδή της Σοβιετικής Ένωσης και της Βρετανίας…